Αθήνα: εκδ. Ανοιχτή Πόλη, 2017.
Από τον πρόλογο του βιβλίου:
«Ποια η, πέραν της ιστοριογνωσίας ή της απόδοσης τιμής του γράφοντος, χρησιμότητα αυτής της Ιστορίας τώρα για τον Έλληνα αναγνώστη, είναι ένα χρήσιμο μέσα στην αφέλειά του ερώτημα, καθώς μας δίνει την ευκαιρία να επισημάνουμε ένα πράγμα που στον τόπο μας συστηματικά αγνοείται ή τουλάχιστον δεν έρχεται ποτέ στο τραπέζι των όποιων συζητήσεων. Μιλάμε για τον ακόμα θεοκρατικό, ήτοι προ-δημοκρατικό αν όχι αντι-δημοκρατικό, χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας, με αποκλειστική ευθύνη ενός Κράτους που ποτέ του δεν τόλμησε να διανοηθεί καν να υπάρξει διαχωρισμένο από την ισχυρότατη και βαθύπλουτη Ορθόδοξη Εκκλησία. Στις χώρες της ανά χείρας Ιστορίας, όπως και στην Ευρώπη, τα Κράτη έχουν προ πολλού καταστεί «κοσμικά» («secular»). Αντίθετα, εδώ στην Ελλάδα τα πάντα περνούν μέσα από την Εκκλησία και τις προδιαγραφές που αυτή επιβάλει (ακόμα και στις εθνικές επετείους, παραποιώντας το νόημά τους) και τίποτα μα τίποτα δεν διαφεύγει του συμπαγούς φίλτρου της καθολικής «ομερτά» που, επιδεικτικά σχεδόν, τηρούν όλα τα πολιτικά κόμματα, όλα τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης και άπαντες οι εμπλεκόμενοι στην διαμόρφωση των αντιλήψεων στα κεφάλια των υπηκόων.
Στην κατά κυριολεξία βυζαντινή Ελλάδα του 2012 το σύνταγμα συντάσσεται στο όνομα της «αγίας, ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος» και η πολιτειακή, πολιτική και στρατιωτική ηγεσία ανερυθρίαστα σκύβει δουλικά το κεφάλι μπροστά στους θεοκράτες σε κάθε δημόσια τελετή. Τα σχολεία διδάσκουν ψεύδη και καλλιεργούν την έλλειψη κρίσεως, τον φόβο προς το διαφορετικό και τον πρακτικό παραλογισμό και εκατομμύρια άνθρωποι είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να καταργήσουν κάθε κανόνα λογικής και να διαπράξουν κάθε είδους θηριωδία προκειμένου να υπερασπιστούν την τυφλή πίστη τους σε έναν Θεό που στο κάτω – κάτω της γραφής δεν είναι καν προγονικός τους.
Στην κατά κυριολεξία βυζαντινή Ελλάδα του 2012 γίνεται λόγος για «κουλτουριάρηδες» και «φωταδιστές». Όπως οι μεξικανοί «κριστέρος» πολέμησαν επί χρόνια (1926 – 1929) ένοπλα για το… δικαίωμά τους να παραμείνουν γονατιστοί, οι εδώ όμοιοι τους πολεμούν εκ του ασφαλούς μέσα από αγορασμένες εκπομπές, επιδοτούμενα έντυπα και ιστοσελίδες για το… δικαίωμά τους να μην αλλάξει τίποτε σε αυτόν τον τόπο ή ακόμα και – γιατί όχι; – να επιστρέψουμε καθ’ όλα, και στις τελευταίες λεπτομέρειες δηλαδή, στο μαύρο Βυζάντιο. Είναι λοιπόν καλό να αποτυπωθεί σε ένα ιστορικό βιβλίο ένα ενδεικτικό κείμενο που μετατρέπει το λευκό σε μαύρο, ανεβάζει τον εγκληματία στο έδρανο του εισαγγελέα και εξορίζει δια βίου την λογική στα πέραν αυτού του κόσμου εδάφη: «Τι ακριβώς είναι η μισαλλοδοξία; Είναι η σκόπιμη, υποκινούμενη και κατευθυνόμενη διχαστική προπαγάνδα, που στρέφει ένα μέρος του πληθυσμού ενάντια σε ένα άλλο, απρόκλητα, χρησιμοποιώντας βαρείς συμβολισμούς και βαθιά ριζωμένα στερεότυπα, για ζητήματα που δεν έχουν σχέση με την πολιτική συγκυρία… Ο αντικληρικαλισμός είναι η συνηθέστερη μορφή μισαλλοδοξίας στις μέρες μας: η προσπάθεια ενοχοποίησης της Εκκλησίας για ό,τι έκανε κι ό,τι δεν έκανε, πριν δέκα, είκοσι πενήντα ή και… χίλια πεντακόσια χρόνια, για ό,τι πιστεύει κι ό,τι δεν πιστεύει, για ό,τι εκπροσωπεί κι ό,τι αποστρέφεται ακόμα. Ο αντικληρικαλισμός δεν είναι “κριτική στην Εκκλησία”. Είναι απόπειρα κοινωνικής περιθωριοποίησης της Εκκλησίας. Δεν ανοίγει τα μυαλά των ανθρώπων στη γνώση και την έρευνα. Ξεριζώνει την Πίστη από τις ψυχές τους. Δεν φωτίζει. Εξαγριώνει…»
Τάδε γέγραψε στις 10.8.2009 ανώνυμος συντάκτης στην ιστοσελίδα του «Δικτύου 21», άριστο δείγμα γραφής της εθνοκάπηλης χριστιανοδεξιάς. Σε απάντηση αυτών και των πάμπολλων αναλόγων τους, ο γράφων καταθέτει το ανά χείρας βιβλίο, στο οποίο εξιστορείται έτος με έτος η εν πολλοίς άγνωστη εποποιϊα του μακρού αγώνα των Λατινοαμερικανών ενάντια στην Εκκλησία, από την εποχή του απελευθερωτή («El Libertador») Μπολιβάρ μέχρι το ξέσπασμα του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Όσοι τυχεροί δεν πιστεύετε ότι ο αντικληρικαλισμός είναι… «μορφή μισαλλοδοξίας», καλωσήλθατε. Μετά από συγγραφική έρευνα πέντε ετών και ικανοποιημένος αρκετά από το αποτέλεσμα, σας εύχομαι καλή ανάγνωση».