Ιουβενάλιος (περ. 1380 – περ. 1451). Πολυθεϊστής λόγιος, φράτορας στην μυστική αδελφότητα «στην περιφέρεια της οποίας» ανήκε ο Πλήθων, γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη, νόθος υιός του Ανδρόνικου Παλαιολόγου του Δ, αδελφού του Μανουήλ του Β, και συνεπώς νόμιμος διεκδικητής του θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως. Λόγω της τελευταίας του ιδιότητας, έζησε διωγμένος στην θρακική Αίνω και την Ιταλία και κατέληξε να διατρέχει τις πόλεις της Πελοποννήσου, διαδίδοντας τις Ελληνικές εθνικές ιδέες, τις οποίες οι κατήγοροί του συνόψισαν υπό τα λόγια «πολυαρχία και πολυθεϊσμός». Τελικά, μετά από παρότρυνση από τον μετέπειτα πρώτο υπότουρκο πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο, ο Ιουβενάλιος θανατώθηκε με άγριο τρόπο (του έσπασαν τις αρθρώσεις, του απέκοψαν την γλώσσα και τα αυτιά και μετά τον πέταξαν στην θάλασσα) από έναν τοπικό άρχοντα, τον Μανουήλ Ραούλ Οισή. Ο βυζαντινολάτρης Ράνσιμαν (στο «Lost Capital of Byzantium», σελ. 102) καθυβρίζει την μνήμη του με την παρακάτω αυθαίρετη διάγνωση: «ήταν προφανώς ένας μισότρελλος γέρος, του οποίου οι απρέπειες αποδείχθηκαν η καταστροφή του».
Σε επαινετική επιστολή του προς τον Ραούλ Οισή («Τω φρονιμωτάτω και ευσεβεί άρχοντι κυρώ Μανουήλ Ραούλ τω Οισή»), που αποτελεί τελικά και το μοναδικό ιστορικό ντοκουμέντο για αυτόν τον μάρτυρα του Ελληνισμού, ο Γεννάδιος Σχολάριος γράφει: «Χαίρε λοιπόν, ευσεβέστατε Μανουήλ, διότι το έργο του Θεού εκπλήρωσες υπηρετώντας τους νόμους. Χαίρε διότι την μάχαιρα που σου έδωσε ο Θεός την ακόνισες εναντίον των διωκτών του Χριστού. Εγώ μεν και εσένα αλλά και κάθε άλλον άρχοντα, ο οποίος έγινε τέτοιος από τον Θεό, και διοικεί ολόκληρα έθνη ή πόλεις, θα ήθελα να τον συμβουλεύσω να αφαιρέσουν νωρίς την ζωή από όλους τους αμαρτωλούς της γης, και να εξολοθρεύσουν από την πόλη του Κυρίου όλους τους εργαζόμενους στην ανομία… Αυτούς λοιπόν τους δυσεβείς και αλάστορας ελληνιστές, μάλλον δε τους αναιδείς αποστάτες, με φωτιά και σίδερο και πνιγμό και με όποιον άλλο τρόπο μπορείτε, να τους εξάγετε από την παρούσα ζωή… Δείτε πόσο προχώρησε το κακό, με το να συγχωρούμε τους αποστάτες, όπως εκείνον τον κατάπτυστο και δαιμονιώδη Ιουβενάλιο, ο οποίος ζώντας στις χριστιανικές πολιτείες, διέφθειρε αυτούς που τον πλησίαζαν καθώς και μερικούς άλλους εκ των οποίων άλλοι τον εδίδαξαν και σε άλλους εδίδαξε αυτήν την αποστασία. Εγώ για όλα αυτά συνεχώς εφώναζα και προέβλεπα. Αλλά όταν εγώ έλεγα αυτά, αυτοί που μπορούσαν να κάνουν κάτι γελούσαν, ενώ άλλοι δεν τα πίστευαν και ακόμα μερικοί τα θεωρούσαν συκοφαντία και διαβολή, την οποία εγώ από φθόνο παρασκεύαζα. Είναι δυστυχείς αυτοί οι οποίοι ασπάζονται θεωρίες έξω από τα χριστιανικά πράγματα και αποποιούνται την σωτηρία της ψυχής που τους υπόσχεται ο Ιησούς. Έφθασαν έως εμάς και διασώθηκαν γράμματα, με τα οποία ο τρισκατάρατος ήλεγχε τους οπαδούς του. Και ονόμαζε άνδρες αυτούς που με την άνοια και την αφροσύνη τους, πρέπει μάλλον παιδιά και θηρία να αποκαλούνται αφού στρέφονται με μανία εναντίον της σωτηρίας τους. Διότι μ‘ αυτά τα γράμματα έκανε συστάσεις και υποδείξεις σε φίλους, συναποστάτες και σε άλλους στην Πελοπόννησο και στην Αίνω καθώς και σε άλλα μέρη όπου ο ίδιος είχε δημιουργήσει αδελφότητες… Είμαι βέβαιος ότι κατά την παραμονή του στην Αίνω διέφθειρε αρκετούς και μάλιστα πολλοί ευσεβείς Αινειάτες με πληροφόρησαν για το κακό που δημιούργησε, και έγραψα στον άρχοντα της πόλης Γατελούζο και τον συμβούλεψα πολλές φορές ή να τον φυλακίσει τον αλητήριο ή να τον εκδιώξει από την πόλη. Κι εκείνος χωρίς χρονοτριβή τον εξόρισε μακριά, και αν δεν ενεργούσε έτσι σίγουρα ολόκληρη η Αίνω θα είχε διαφθαρεί από εκείνον…»
Και συνεχίζει ο Γεννάδιος Σχολάριος: «τιμώρησες το χέρι που τόλμησε να κινηθεί κατά του Δημιουργού. Έκοψες την γλώσσα η οποία μαινόμενη θρασύνθηκε κατά του Δημιουργού. Αφαίρεσες τα αυτιά τα οποία παράκουσαν τα θεία λόγια. Χαίρε, λοιπόν, στρατιώτη του Χριστού και της δικής Του δόξας δίκαιε δικαστή. Σου φιλώ το στόμα, αυτό που καταδίκασε την μιαρή γλώσσα του Ιουβεναλίου. Σου φιλώ και την ψυχή, αυτήν που απέκρουσε τον μισόχριστο. Καταφιλώ τα χέρια σου, αυτά που τα ίδια μεταχειρίστηκαν τον δυσεβή. Ω μακάρια χέρια που τραβήξατε το κουφάρι έως την θάλασσα και το πετάξατε στον βυθό… Εσύ λοιπόν, ο πιο γενναίος και ο πιο ευσεβής από όλους τους ανθρώπους και τους άρχοντες, να χρωστάς χάρη στο Χριστό που έχει γεννηθεί, γιατί πολλοί στέφανοι πλέκονται για σένα που προέρχονται από εκεί, αν όμως ανακαλύψεις ότι και κάποιος άλλος αληθώς και ομολογουμένως πάσχει από την ίδια νόσο με τον Ιουβενάλιο και από μεν την αληθινή πίστη απομακρύνει αυτούς που τον συναναστρέφονται και τους παρασύρει προς την απάτη των δαιμόνων, την οποία ο Θεός με τον εαυτό του και με εκείνη την άριστη οικονομία κατήργησε, μετά από δεύτερη και τρίτη παραίνεση ράβδιζέ τον, φυλάκιζέ τον, και έπειτα βγάζε του την γλώσσα, κόβε του το χέρι και, αν παρ‘ όλα αυτά παραμένει κακός, στέλνε τον στης θάλασσας τον βυθό».
Βλάσης Γ. Ρασσιάς