ΥΣΕΕ: «ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΜΑΣ ΣΕ ΑΠΛΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΛΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΣΕ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ» (ΥΣΕΕ: Δελτ. Νο. 225 / 26.5.«2010»), τελευταία πρόσβαση: 22. Απριλίου «2013»).[Κείμενο/επιστολή από την επίσημη ιστοσελίδα του Υπάτου Συμβουλίου των Ελλήνων Εθνικών (ΥΣΕΕ). Αναδημοσίευση με τη ρητή άδεια του Γενικού Γραμματέα του ΥΣΕΕ Βλάση Γ. Ρασσιά.]
Απόσπασμα
Όπως δυστυχώς συνηθίζεται εδώ και 5 χρόνια κάθε Μάϊο και Ιούνιο, το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών έγινε και εφέτος αποδέκτης αρκετών απαράδεκτων γραπτών και ηλεκτρονικών επιστολών από κυρίως ανώνυμα άτομα που ανήκουν (ή παριστάνουν ότι ανήκουν!) στον λεγόμενο «αρχαιολατρικό» ή «ελληνοπρεπή» χύδην «χώρο», ο οποίος ως γνωστόν αυτή την χρονική περίοδο αναλώνεται στο να διοργανώνει κάποιες δήθεν «ενωτικές», συμφυρματικές και φεστιβαλικού χαρακτήρα εκδηλώσεις. Η αφορμή γι’ αυτή την εντελώς απρόκλητη «εκστρατεία» που κάποιοι προφανώς έχουν συντονίσει εναντίον μας, γνωρίζουμε βεβαίως ότι δεν είναι άλλη από την γνωστή επιλογή ημών, του κύριου φορέα της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, να μην ξανασυμμετάσχουμε σε τέτοιου είδους συμφυρματικές εκδηλώσεις. Επειδή όμως οι αντιδράσεις κάποιων ανθρώπων από γελοίες έχουν γίνει τώρα πλέον και αηδιαστικές, είμαστε υποχρεωμένοι να αποσαφηνίσουμε για πολλοστή, πλην όμως τελευταία φορά, κάποια πράγματα, αλλά και ταυτόχρονα να ανακοινώσουμε μερικά νεότερα.
Πριν από δύο περίπου δεκαετίες εξουσιοδοτηθήκαμε να φέρουμε ανοικτά στο νεο-ελληνικό κοινωνικό προσκήνιο το ζήτημα της παλινόρθωσης της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας […] ιδρύσαμε και τυπικά πλέον το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών […] με σκοπό την υγιή επανελλήνιση μέσα από την παλινόρθωση της πραγματικής εθνικής μας Παράδοσης και Θρησκείας και την θεσμική αναγνώριση της τελευταίας από την νεοελληνική πολιτεία
Απέναντι μας βρήκαμε από την πρώτη κιόλας στιγμή την στυγνή ορθόδοξη θεοκρατία […]. Δεν ήσαν όμως μόνο οι θεοκράτες και οι πολύμορφοι βαλέδες τους που βρέθηκαν απέναντί μας. Μετά από αιώνες αποκοπής της συντριπτικής πλειοψηφίας του έθνους των Ελλήνων από την αρετή, την ευσέβεια και την αιδώ των παλαιών ελεύθερων προγόνων μας, στάθηκε εξαιρετικά δύσκολο να περάσει στους πολλούς το τι ακριβώς είναι και τι ακριβώς απαιτεί η Ελληνική Εθνική Θρησκεία. Οι περισσότεροι την εξέλαβαν και εξακολουθούν να την εκλαμβάνουν λανθασμένα (ή επειδή έτσι τους βολεύει) είτε ως εφαλτήριο για αντιχριστιανισμό ή αντιεβραϊσμό, είτε ως προθάλαμο στον εθνικισμό, είτε ως πεδίο βιοπορισμού ή ικανοποίησης καταξιωτικών συνδρόμων, είτε ως πλαίσιο φυγής από την πραγματικότητα και ονειροπόλησης, είτε ως δικαιολογία για οργάνωση μαζικών φεστιβαλικών εκδηλώσεων, μοναδικός σκοπός των οποίων είναι «να περνάει καλά» το κατά κανόνα άσχετο με την εθνική μας θρησκευτικότητα πλήθος.
Οι πρώτες από αυτές τις εκτροπές είναι βεβαίως αντιμετωπίσιμες, αν και όχι δίχως σημαντική από πλευράς μας σπατάλη πολύτιμων δυνάμεων. Εκείνο όμως που δεν μπορούμε να καταπολεμήσουμε, και δεν είναι του ενδιαφέροντός μας άλλωστε κάτι τέτοιο, είναι η τάση των ανθρώπων της εποχής μας προς την ελάσσονα προσπάθεια, το επιφανειακό, το θεαματικό, το διασκεδαστικό και, κυρίως, προς αυτό που δεν απαιτεί αλλαγή έθους και συνείδησης. Μετά από μία περίπου δεκαετία τέτοιων εκτροπών, γινόμαστε σήμερα μάρτυρες μιας μανίας ελληνοφανούς φεστιβαλισμού, που θεωρεί ότι υπηρετεί την επανελλήνιση με το να συγκεντρώνει από καιρού εις καιρόν μικροπλήθη παντελώς άσχετων με την Εθνική μας Θρησκεία ανθρώπων, όχι μόνο γύρω από πολιτιστικού χαρακτήρα δρώμενα, αλλά ακόμα και γύρω από τελετές που προσφάτως (γιατί δεν ίσχυε παλαιότερα) οι διοργανωτές τους δεν έχουν ενδοιασμό να τις παρουσιάζουν ως λατρευτικού χαρακτήρα. Από αφέλεια λοιπόν ή από άλλες λιγότερο αθώες αιτίες, γίνονται επικλήσεις προς τους Θεούς μας και επιδεικνύονται τα άγια των αγίων μας μπροστά σε άσχετους θεατές που δεν επιδεικνύουν τον ελάχιστο σεβασμό προς τα εθνικά σεβάσματα και αυτό μάλιστα θεωρείται ως… το απαύγασμα (ή η…«κορυφαία εκδήλωση») της «ελληνοπρέπειας», σε σημείο μάλιστα που να εισπράττει το μένος των φεστιβαλιστών όποιος, είτε φορέας είτε επώνυμος άνθρωπος, αρνείται να συμμετάσχει σε αυτή την κραυγαλέα ασχήμια: ακόμα και ψευτο – «Παναθήναια» ετοιμάζονται για το άμεσο μέλλον και μάλιστα μοιράζονται και από τώρα οι υποσχέσεις για χρηματικές αμοιβές!
Το ζωντανό από τον 15ο αιώνα αίτημα της παλινόρθωσης της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας κινδυνεύει φανερά λοιπόν σήμερα, σήμερα που υποτίθεται ότι η σχετική πολιτική ελευθερία επιτρέπει την μετά από συνεχή και στρατηγικό αγώνα θεσμική ικανοποίησή του, να ξεπέσει σε διεκδίκηση του αρτιότερου ή θεαματικότερου φολκλορισμού με όσο το δυνατόν πιο «πολυπληθές» και πιο «χαρούμενο» και «αφελές» μικροπλήθος. Κάτι δηλαδή που, εάν επικρατήσει, θα ακυρώσει για πολλές δεκαετίες την υπόθεση της πραγματικής παλινόρθωσης και θεσμικής αναγνώρισης, για την οποία εμείς αγωνιζόμαστε, αφού η Ελληνική Εθνική Θρησκεία θα έχει αναντίρρητα απομακρυνθεί από τον εαυτό της και υποβιβαστεί στην αναπαράστασή της.
Αυτό από το οποίο κινδυνεύει η Ελληνική Εθνική Θρησκεία δεν είναι η αναπαράστασή της, ή ακόμη χειρότερα η παραποίησή της, αλλά το πιθανό σφάλμα να τις υιοθετήσει και η ίδια, εξαφανιζόμενη για πάντα μέσα τους.
Ο καθένας αξίζει άλλωστε τις επιλογές του και αυτοί που αναζητούν την φιγούρα ή το αργύριον είναι κρίμα να τα στερηθούν. Για εμάς πάντως δεν κάνουν, αφού γνωρίζουμε καλά ότι η αγωνιστική ισχύς δεν κρύβεται στους αριθμούς για τον απλό λόγο ότι το όποιο χαμηλό, απλοϊκό και χυδαίο στοιχείο υπερτερεί πάντοτε αριθμητικά του όποιου υψηλού, σοβαρού και ποιοτικού. Συνεπώς η ποιότητα, η αρετή, η αγωνιστικότητα και η ευσέβεια είναι τα μοναδικά στοιχεία που όντως ενδιαφέρουν το Ύπατο Συμβούλιο των Ελλήνων Εθνικών.